Μια αληθινή σχέση
Κοχύλια
... και εκκλησιαστικά
Τα κοχύλια που βρίσκουμε στις ακτές ή το βυθό της θάλασσας, αποτελούν θαύματα της φύσης, έργα του σοφού σχεδιασμού του Δημιουργού. Με πόσο θαυμασμό τα κοιτάζουμε και τα παρατηρούμε, απορώντας άλλοτε για το ωραίο τους σχήμα, άλλοτε για τα καταπληκτικά τους χρώματα και υλικά, και άλλοτε για τη λειτουργικότητα της κατασκευής τους.
Τα κοχύλια είναι μαρτυρίες μιας ζωής που κάποτε υπήρξε αλλά τώρα έπαψε να υφίσταται! Μέσα τους άλλοτε έσφυζε η ζωή και όσο υπήρχε αυτή η ζωή, μεγάλωνε και το κοχύλι. Όταν όμως πεθάνει το ζώο που ζει μέσα στο κοχύλι —και στην πραγματικότητα το δημιουργεί—, αμέσως παύει να μεγαλώνει το εξωτερικό κέλυφος.
Από μόνο του το κοχύλι δεν έχει ζωή γι’ αυτό και η φύση το απορρίπτει για ν’ ανακυκλωθεί σύντομα στα αρχικά του υλικά ή ν’ αποτελέσει δομικό υλικό για τη διαμόρφωση κάποιας υποθαλάσσιας γεωλογικής διαμόρφωσης.
Βέβαια στα κοχύλια της θάλασσας, μετά το θάνατο του ζωντανού οργανισμού, πολλές φορές έρχονται κάποιοι άλλοι οργανισμοί για να φιλοξενηθούν σ’ αυτά. Είναι μικρότερα ζώα, ανίκανα από μόνα τους να δημιουργήσουν το κέλυφος που χρειάζονται, και αρκούνται να μπαίνουν στα νεκρά πλέον κοχύλια και να παρουσιάζονται ως "ένοικοι" μιας ξένης κατοικίας και "συνεχιστές" μιας ξένης ζωής...
Τέτοια ζώα είναι κυρίως κάποια καβούρια χωρίς δικό τους κέλυφος, γνωστά με την ονομασία “πάγουροι” ή “Βερνάρδος ο Ερημίτης”.
Νεκρό κοχύλι που φιλοξενεί πάγουρο
και θαλάσσια ανεμώνηΤα κοχύλια μοιάζουν πολύ με τα κτίρια των εκκλησιών και τούτο όχι τόσο για την ομορφιά και πολυτέλεια που διακρίνει και τις δύο κατασκευές —ούτε για τις περιπτώσεις εκείνες που θρησκευτικά κτίρια άλλαξαν χρήση εξαιτίας εχθρικής δράσης— όσο για κάποιες άλλες αιτίες που στην περίπτωση των εκκλησιαστικών κτιρίων είναι κυρίως πνευματικής φύσης.
Βλέπετε τα εκκλησιαστικά κτίρια χτίζονται συνήθως με μεράκι και φροντίδα από κάποιους ζωντανούς πνευματικούς οργανισμούς. Ομάδες ανθρώπων που αναπτύχθηκαν και έζησαν τη ζωή τους σε κάποια εποχή, άλλοτε σημαντική και άλλοτε όχι, και έφτασαν στο ζενίθ. Τότε πλέον δεν μπορούσαν να εξυπηρετηθούν από ένα απλό χώρο, μια μικρή οικοδομή, γι’ αυτό και αποφάσισαν να οικοδομήσουν έναν μεγαλύτερο και συνήθως μεγαλοπρεπή εξωτερικό οίκο, ένα εκκλησιαστικό κτίριο, για να στεγάσουν το πλήθος τους και τις δραστηριότητές τους.
Συνήθως όμως τα πράγματα αλλάζουν με την πάροδο των γενεών, και τότε έρχεται η έκπτωση, η αδιαφορία, η διάλυση, το ναδίρ...
Ατυχώς —όπως είδαμε και με τα κοχύλια– όσο μεγαλώνει το μέγεθός τους παράλληλα πλησιάζει και το βιολογικό τέλος του οργανισμού που τα οικοδόμησε. Παρόμοια και με τα εκκλησιαστικά κτίρια, όσο πιο μεγάλα γίνονται, τόσο πιο κοντά βρίσκονται στη σκληρή στιγμή του θανάτου τους. Κάποιος παλιός μας δάσκαλος είχε πολύ δίκιο όταν έλεγε ότι: «Όποιος δεν οικοδομεί την εκκλησία, χτίζει εκκλησιαστικά κτίρια».
Σήμερα υπάρχουν στον δυτικό κόσμο αναρίθμητα εκκλησιαστικά κτίρια που ενώ κάποτε χτίστηκαν με θυσίες, κόπους και στερήσεις, απομένουν πια ως μουσειακά μνημεία (στην καλύτερη περίπτωση) ή διατίθενται για άλλες χρήσεις (π.χ. σχολεία, καταστήματα, εστιατόρια κ.λπ.).
![]()
Εκκλησία του εξωτερικού που έχει μετατραπεί
σε εστιατόριο πολυτελείας
Οι άνθρωποι που τα έχτισαν, εκείνοι που εργάστηκαν για να είναι γεμάτα και να λειτουργούν για τον σκοπό που χτίστηκαν, παρήλθαν. Οι απόγονοί τους συνήθως δεν αισθάνονται το ίδιο ενδιαφέρον και αμελούν, αν και για κάποιο διάστημα συνεχίζουν τη λειτουργία τους κυρίως για λόγους συναισθηματικούς. Οι μεταγενέστεροι, όμως, λόγω της αδιαφορίας και του κόστους συντήρησης, φροντίζουν να τα διαθέσουν σε άλλες χρήσεις...
Το κτίριο βέβαια είναι άψυχο και συναισθηματικά ψυχρό, για τούτο και δεν διαμαρτύρεται αν το χρησιμοποιούν για εκκλησία ή για εστιατόριο. Αναμφίβολα, όμως, είναι κατάντημα για μια εκκλησία –εννοούμε τους ανθρώπους– να αφήνουν τόσο απαξιωτικά να αλλάζει χρήση απέναντι στην αρχική του οικοδόμηση ένα κτίριο όπου κάποτε λατρεύτηκε ο Θεός. |